Η επιστολή της δωρήτριας του στεφανιογράφου Μαρίας Σακκά
- Γράφτηκε από τον/την Αντώνης Χατζηκυριακίδης
Για προσωπικούς λόγους η δωρήτρια του στεφανιογράφου Μαρία Σακκά Μπέλα δεν μπόρεσε να παρεβρεθεί στην τελετή εγκαινίων του αιμοδυναμικού εργαστηρίου. Με επιστολή της όμως απηύθυνε χαιρετισμό. Στην επιστολή ανέφερε:
"Λυπάμαι πολύ που δεν παρίσταμαι, για λόγους προσωπικούς, στα εγκαίνια της αίθουσας του στεφανιογράφου και στέλνω αυτήν την επιστολή από λύπη και αγανάκτηση για το όλο πρόβλημα που δημιουργήθηκε με τη λειτουργία του από το 2011, όταν και έγινε η από μέρους μου δωρεά.
Έκανα αυτήν τη δωρεά στο Νοσοκομείο Βέροιας, για να γίνει η αίθουσα του στεφανιογράφου, στη μνήμη του συζύγου μου Παντελή Σάκκα και της μοναχοκόρης μου Αγαθής.
Ο Παντελής καταγόταν από την Ήπειρο και ήταν μεταλλειολόγος – μηχανικός, Δ/ντής στα ορυχεία Πτολεμαίδας.
Η Αγαθή μου ήταν αρχιτέκτων – μηχανικός με σπουδές στο Λονδίνο από όπου πήρε και μάστερ, με άριστα, στην ειδικότητα Βιοκλιματικός Σχεδιασμός κτιρίων και εξωτερικών χώρων ενώ πήρε το διδακτορικό της από το Πανεπιστήμιο της Καρλσρούης της Γερμανίας. Εργαζόταν στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έκανε έρευνα στο αντικείμενό της και παρουσίαζε τις εργασίες της σε συνέδρια στο εσωτερικό και το εξωτερικό με πολλές διακρίσεις. Πάντα μου έλεγε πως είχε το όνειρο να κάνει μια σπουδαία παρέμβαση για τους εξωτερικούς χώρους της πόλης σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς.
Για να εκπληρώσω την επιθυμία της κι επειδή εμείς, οι βλάχοι Ηπειρώτες, έχουμε βαθιά μέσα μας το συναίσθημα της ευεργεσίας, έκανα αυτήν τη δωρεά στο Νοσοκομείο.
Δυστυχώς όμως, και το λέω με μεγάλη μου λύπη, η αίθουσα έμεινε κλειστή, σαν αποθήκη, από το 2012 γιατί δε γινόταν πρόσληψη επεμβατολόγου γιατρού. Σκεφτόμουν πως άδικα έγινε η δωρεά και ότι ο κόσμος πρέπει να το σκέφτεται πολύ σοβαρά αν πρέπει να κάνει δωρεές σε κρατικά ιδρύματα.
Αναγκάστηκα, μια μεγάλη γυναίκα με προβλήματα υγείας και μεγάλο πόνο στην ψυχή μου, να τρέχω στους βουλευτές μας και να θέτω το πρόβλημα του Νοσοκομείου χωρίς να αφορά εμένα προσωπικά αλλά συνολικά το Νομό καθώς και τους όμορους Νομούς. Δεν υπήρχε όμως κανένα ενδιαφέρον για να λυθεί το πρόβλημα.
Πήγα στην Αθήνα, στο υπουργείο Υγείας. Δε με δέχτηκε βέβαια ο υπουργός κος Βορίδης ούτε και ο Δ/ντής του γραφείου του. Με πολύ κόπο και διαμαρτυρίες συνάντησα τον γενικό Γραμματέα του υπουργείου. Ήταν τεράστια η έκπληξή μου όταν με διαβεβαίωσε πως, σύμφωνα με την ενημέρωσή του, υπάρχει γιατρός και λειτουργεί κανονικά ο στεφανιογράφος. Λυπήθηκα πολύ για το πώς λειτουργεί το υπουργείο και την απόλυτη απουσία ενημέρωσης για θέματα της περιφέρειας. Ενώ η πρόσληψη του ειδικευμένου γιατρού ήταν στον αέρα, πίστευαν ότι ήδη είχε αναλάβει υπηρεσία.
Απευθύνθηκα και στον νέο υπουργό κο Ξάνθο, με τη συνδρομή της βουλευτού Ημαθίας κας Καρασαρλίδου, και εξέθεσα το πρόβλημα του Νοσοκομείου για την πρόσληψη του γιατρού κου Ντάτσιου. Ευτυχώς, λίγες μέρες αργότερα έγινε επιτέλους η πρόσληψη.
Για τρία χρόνια, όλη αυτή η υπόθεση με κούρασε, με στενοχώρησε, με αγανάκτησε. Θα έλεγα στους πολιτικούς και τις αρχές μας ότι ο κόσμος τους εκλέγει για να λύνουν τα προβλήματα της πόλης, του νομού. Όχι μόνο να εμφανίζονται στα τηλεοπτικά πάνελ και να τρέχουν σε εγκαίνια, γάμους, βαφτίσια...
Λυπάμαι για την κακή λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών και των λειτουργών του κράτους.
Ευχαριστώ τον υπουργό κο Ξάνθο και τη βουλευτή κα Καρασαρλίδου για την άμεση ανταπόκρισή τους.
Εύχομαι στους γιατρούς κο Βογιατζή και κο Ντάτσιο κουράγιο και επιτυχίες στο έργο τους.
Ευχαριστώ που ακούσατε όσα ήθελα να πω μέσω της επιστολής μου".